καταζώννυμι

καταζώννυμι
καταζώννυμι (Α)
1. ζώνω σφιχτά
2. μέσ. καταζώννυμαι
ζώνομαι από πάνω ώς κάτω σφιχτά.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • καταζωσάμενον — καταζώννυμι gird fast aor part mid masc acc sg καταζώννυμι gird fast aor part mid neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταζωννύντες — καταζώννυμι gird fast pres part act masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταζωσάμεναι — καταζώννυμι gird fast aor part mid fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταζώννυνται — καταζώννυμι gird fast pres ind mp 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεζωσμένοι — καταζώννυμι gird fast perf part mp masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεζώσαντο — καταζώννυμι gird fast aor ind mid 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατάζωσον — καταζώννυμι gird fast aor imperat act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατέζωσται — καταζώννυμι gird fast perf ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατέζωστο — καταζώννυμι gird fast plup ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζώνω — (AM ζώννυμι και ζωννύω, Μ και ζώνω) 1. (ενεργ. και μέσ.) περιβάλλω τη μέση με ζώνη, με ζωστήρα, περιζώνω ή αναρτώ κάτι από τη μέση με ζωστήρα (α. «έζωσε τη μέση του» β. «εζώστηκε το σπαθί του, τ άρματα του») 2. περικυκλώνω, περικλείω, πολιορκώ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”